Η διαχείριση του χρόνιου πόνου, ο οποίος επηρεάζει έως και το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού, τυπικά περιλαμβάνει μια βιοψυχοκοινωνική προσέγγιση. Ωστόσο, οι φαρμακευτικές, οι ψυχολογικές και οι βασιζόμενες στην άσκηση θεραπείες, που κυρίως προτείνονται για μια σειρά διαφορετικών καταστάσεων χρόνιου πόνου, φαίνεται συχνά να έχουν φτωχά αποτελέσματα. Επομένως, υπάρχει η ανάγκη για νέες βελτιστοποιημένες προσεγγίσεις, με το ενδιαφέρον να στρέφεται στη σχέση μεταξύ έκθεσης στη φύση και ανακούφισης από τον πόνο. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει πολλά αποδεδειγμένα οφέλη, καθώς η επαφή με τον φυσικό κόσμο επηρεάζει θετικά την υγεία και την ευημερία του ατόμου και εν τέλει συμβάλλει στην ανακούφιση από τον πόνο. Η επαφή με φυσικά περιβάλλοντα βοηθάει στη βελτίωση της διάθεσης και της γνωστικής λειτουργίας και στη μείωση του άγχους και της κατάθλιψης. Τα αποτελέσματα αυτά είναι ιδιαίτερα σημαντικά σε καταστάσεις υγείας όπως ο χρόνιος πρωτοπαθής πόνος, ο οποίος συχνά συνδέεται με την ανάπτυξη συννοσηροτήτων ψυχικής υγείας. Επιπλέον, υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που υποδηλώνουν ότι η εγγύτητα στη φύση σχετίζεται με μειωμένα συμπτώματα χρόνιου μυοσκελετικού πόνου και ότι τα στοιχεία της φύσης θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη διαχείριση του χρόνιου πόνου, χωρίς ωστόσο αυτό να είναι εντελώς ξεκάθαρο. Μάλιστα τα παραπάνω οφέλη υποστηρίζονται από μελέτες περιβαλλοντικής ψυχολογίας, νευροεπιστήμης και φυσιολογίας που καταλήγουν ότι τα αναλγητικά αποτελέσματα της φύσης προκύπτουν
από διάφορους γνωστικούς και συναισθηματικούς παράγοντες καθώς και από παράγοντες του αυτόνομου νευρικού συστήματος. Η πρώτη θεωρία της περιβαλλοντικής ψυχολογίας που εξηγεί τις θεραπευτικές ιδιότητες της φύσης είναι η Θεωρία Αποκατάστασης Προσοχής (Attention Restoration Theory). Η θεωρία αυτή υποστηρίζει ότι η εγγύτητα του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον επιδρά θετικά στη γνωστική λειτουργία του ανθρώπου μέσω βελτίωσης της ικανότητας προσοχής και μείωσης της κατευθυνόμενης κόπωσης προσοχής. Η δεύτερη θεωρία της περιβαλλοντικής ψυχολογίας είναι η θεωρία Μείωσης Άγχους (Stress Reduction Theory) που υποστηρίζει ότι η φύση μπορεί να συμβάλλει στη μείωση του πόνου καθώς διευκολύνει τη μείωση του άγχους. Τα θεραπευτικά αποτελέσματα της φύσης υποστηρίζονται επίσης από μελέτες λειτουργικής νευροαπεικόνισης του εγκεφάλου που δείχνουν μεγάλη αλληλοεπικάλυψη των νευρικών οδών που διεγείρονται κατά την έκθεση του ατόμου σε φυσικά περιβάλλοντα και αυτών που εμπλέκονται κατά τη διάρκεια του χρόνιου πόνου. Τέλος, μελέτες που βασίζονται στην φυσιολογία του ανθρώπου υποστηρίζουν ότι η έκθεση στη φύση μπορεί να προκαλέσει αύξηση του παρασυμπαθητικού τόνου, μείωση του άγχους και της αρνητικής διάθεσης. Όλες οι επιμέρους αυτές θεωρίες και τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί μέχρι στιγμής μπορούν να συνδυαστούν προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ολοκληρωμένο θεωρητικό πλαίσιο αναλγησίας που βασίζεται στη φύση. Δεδομένου του οφέλους της φύσης στην υγεία του ανθρώπου, νέες προσεγγίσεις για την διαχείριση του πόνου θα μπορούσαν να δημιουργηθούν με τη χρήση της καθηλωτικής εικονικής πραγματικότητας (virtual reality , VR). Η αξιοποίηση της εικονικής πραγματικότητας βοηθάει την πρόσβαση σε προγράμματα αναλγησίας που βασίζονται στη φύση καθώς αρκετές φορές η πρόσβαση σε φυσικά περιβάλλοντα καθίσταται δύσκολη για τους ανθρώπους που βιώνουν χρόνιο πόνο. Η εικονική πραγματικότητα βοηθάει επίσης στην αύξηση του αριθμού τέτοιων εμπειριών. Έτσι ένας αυξανόμενος αριθμός μελετών χρησιμοποιεί φυσικά περιβάλλοντα μέσω της εικονικής πραγματικότητας με στόχο τη διαχείριση του πόνου. Μελλοντικές παρεμβάσεις στον σχεδιασμό αυτής της εικονικής πραγματικότητας στοχεύουν στην ενσωμάτωση της φύσης με τέτοιο τρόπο που να δημιουργεί αίσθηση εικονικής περιήγησης 360ο. Αποτέλεσμα αυτού θα είναι ο ασθενής να βιώνει μια πιο ρεαλιστική εμπειρία, πιο φιλική προς τον χρήστη. Τα παραπάνω δεδομένα αποτελούν εφαλτήριο για μελλοντική έρευνα και βασικό θεμέλιο πάνω στο οποίο θα βασιστούν μελλοντικές πειραματικές και κλινικές μελέτες για τον τρόπο διαχείρισης του χρόνιου πόνου.